Ακούγεται όλο και πιο συχνά η έκφραση: «να δοκιμάσουμε και το ΣΥΡΙΖΑ». Από μια σκοπιά θα μπορούσε να θεωρηθεί ότι είναι μια λογική στάση και συμπεριφορά, αφού έτσι κι αλλιώς ο ΣΥΡΙΖΑ είναι – είτε μόνος του είτε συνεργαζόμενος με άλλο κόμμα – σήμερα η μόνη εναλλακτική επιλογή για τη διακυβέρνηση της χώρας.
Αλλ’ επί αυτού του συλλογισμού – της δοκιμασίας του ΣΥΡΙΖΑ – έχω μια ένσταση, μια ένσταση όχι επί της ουσίας αλλά επί της μεθοδολογίας. Και να γιατί. Η επιλογή ενός κόμματος για τις εθνικές εκλογές της χώρας – ιδιαίτερα σήμερα που η κρίση δοκιμάζει πολλαπλώς τον ελληνικό λαό – δεν μπορεί να είναι ζήτημα δοκιμασίας. Η επιλογή ενός κόμματος σημαίνει πίστη στην πολιτική πρότασή του και κυρίως αγώνας για την επιτυχία των στόχων του. Η επιλογή ενός κόμματος δεν είναι επιλογή ποδοσφαιρικής ομάδας όπου είσαι σε «απόσταση» και συμπεριφέρεσαι ως θεατής και ως παρατηρητής. Είναι συστράτευση για την εκπλήρωση τουλάχιστον των προγραμματικών στόχων του.
Στην έννοια της «δοκιμασίας» μπορεί να τεθεί ένα ελαφρυντικό στοιχείο. Ο ΣΥΡΙΖΑ είναι ένα «κινούμενο τοπίο» και οι πολίτες δεν ξέρουν ποιο ακριβώς είναι το πολιτικό και κυρίως το ιδεολογικό του στίγμα. Και αυτό δεν αφορά την πολυσπερμία των συνιστωσών του – που σαφώς είναι ένα δομικό πρόβλημά του – αλλά το διαρκή μετασχηματισμό του κόμματος συνολικά μέσα σε λίγο χρονικό διάστημα, που είναι απόρροια πρωτίστως της μαζικοποίησής του.
Ο ΣΥΡΙΖΑ ξεκίνησε ως ένα κόμμα με κομμουνιστικά χαρακτηριστικά – και πάντως με αμιγή μαρξιστική θεώρηση-, ως αντισυστημικό κίνημα, ως κόμμα ανατροπής του